Τα Βλεφαρίσματα παίζουν στο καρουζέλ της χαμένης αθωότητας...
Ένα ζευγάρι μάτια φόρεσα καινούργια, διαφορετικά, ήταν πιο μεγάλα, πιο λαμπερά, σαν δυο άστρα να είχαν κοιμηθεί πάνω τους και είχαν ξεχάσει να ξυπνήσουν...
Ένα ζευγάρι μάτια φόρεσα καινούργια, διαφορετικά, ήταν πιο μεγάλα, πιο λαμπερά, σαν δυο άστρα να είχαν κοιμηθεί πάνω τους και είχαν ξεχάσει να ξυπνήσουν...
Όλοι τα ζήλευαν τα καινούργια μου μάτια, με κοιτούσαν παράξενα, δεν με είχαν συνηθίσει έτσι, πολλοί ακόμη με μίσησαν γι’αυτήν την αλλαγή....αλλά ξέρω πως το’καναν από τη ζήλια τους.....πείσμωσα αποφάσισα να προχωρήσω παραπέρα.
Ένα καινούργιο χαμόγελο αγόρασα από μαγαζί ακριβό, μοναδικό, έδωσα ό,τι είχα και δεν έιχα, αλλά απέκτησα αυτό που μου ταίριαξε, ένα γλυκύτατο χαμόγελο που όμοιό του δεν υπήρχε πανω στη γη, ούτε και πέρα απ’αυτη. Το φορούσα πάντα πάνω μου, δεν το’βγαλα ποτέ.... τα μάτια και το χαμόγελο αγαπηθήκανε, ερωτευτήκανε και αποφάσισαν να γίνουν ζευγάρι, θα έμεναν πάντα μαζί μου με την προϋπόθεση να μην τα χώριζα ποτέ το ένα απ’το άλλο...συμφώνησα άλλωστε δεν ήμουν χαζή να αποχωριστώ και να χωρίσω δύο τόσο πολύτιμα και όμορφα πράγματα που με κάναν τόσο ξεχωριστή τόσο απέριττα μοιραία......τ’αγάπησα και μαζί τους άλλαξα.........Ο κόσμος ξαφνιάστηκε, δεν άντεχε, όσο περισσότερο ευτυχισμένη ήμουν εγώ, τόσο περισσότερο όλοι οι άλλοι με μισούσαν γι’αυτό που έγινα.....δεν μ’ενοιαξε.......Η άνοιξη έφτασε μια μέρα....
Ένα παλαιό μου όνειρο βρήκα μια μέρα στα σκουπίδια, λυπήθηκα, το’πιασα στα χέρια μου, το σκούπισα.....άρωμα ακριβό αγόρασα και το’ρανα από πάνω ως κάτω, μοσχομύρισε..... τα μάτια και το χαμόγελο μου απόρησαν. «Είσαι σίγουρη?» μου είπαν.. «Για μας κάνεις το σωστό αυτό θα μας κάνει πιο ευτυχισμένα, αλλά εσύ? Σκέφτηκες τί μπορείς να χάσεις αν κρατήσεις αυτό το όνειρο?» Χαμογελώντας μάλωσα και τα δυο....τους είπα πως δεν πρέπει να ανησυχούν, αυτό το χαμόγελο και αυτά τα υπέροχα μάτια δεν ήθελα να τα χάσω με τίποτα και αυτό το παλαιό μου όνειρο ήταν αυτό που μου’χαν κλέψει, το’χα χάσει εδώ και χρόνια, αιώνες....και τώρα το ξαναβρήκα και δεν θα το αφήσω με τίποτα να μου το πάρει κανείς..όσο κι αν κοστίσει, ό,τι κι αν κοστίσει.
Βγήκα στους δρόμους....περπάτησα πολύ, όπως πάντα...το καλοκαίρι ήρθε μια μέρα και εγώ περπατούσα ακόμη, ο ήλιος κάθε πρωί με χαιρετάει, μου φωνάζει πόσο ερωτευμένος είναι μαζί μου, το φεγγάρι καντάδα κάνει κάθε βράδυ και κατεβαίνει χαμηλά ως τη γη, για μένα μόνο για μένα και γόνδολα οδηγεί για το χατήρι μου και ταξιδεύει παντού για να μου βρει κι άλλα τραγούδια, μονάκριβα, μόνο για μένα. Το χαμόγελο μου πιο γλυκό, πιο φωτεινό από ποτέ δίνει αμέτρητα φιλιά στον ήλιο, τα μάτια μου δυο τεράστια άστρα, δυο πούλιες, δυο αυγερινοί φλερτάρουν το φεγγάρι και του υπόσχονται Χίλιες και Μια Νύχτες, Παραμυθένιες, Μοναδικές...και όλα μαζί ένας έρωτας,ένα συνοθύλευμα χαράς, γέλιου, έρωτα......και εγώ πια Πριγκήπισσα, Πριγκήπισσα χωρίς θρόνο, χωρις παλάτι, χωρίς σκοπό, να κρατάω όλα αυτά με νύχια και με δόντια.........μόνη, τόσο μόνη όμως, γιατί κανείς δεν μου μιλάει πια, όλοι καίγονται απ’τον ήλιο μου, όλοι τυφλωνονται απ’το φεγάρι μου, όλοι μεθούν απ’τα μάτια μου, όλοι ζαλίζονται απ’το χαμόγελό μου....και με μισούν, κανένας δεν κοιτάει το ονείρο μου που τόσο όμορφο έχει γίνει, που τόσο ευτυχισμένη με κάνει..κι όλοι με μισούν αλλά εγώ εκεί, επιμένω.
Το φθινόπωρο ήρθε μια μέρα....η βροχούλα δρόσισε το χαμογελό μου, οι ψιχάλες έκαναν τα μάτια μου να τρέχουν σαν δάκρυα.............αποκλείεται να είναι δάκρυα, η βροχούλα είναι μόνο, ο ήλιος μου σταμάτησε να βγαίνει τόσο συχνά......απέκτησε κι αυτός εχθρούς, τον ζήλεψαν τα σύννεφα και τον έκρυψαν στην αγκαλιά τους, το φεγγάρι μου χλώμιασε απ’το κακό που βρήκε το ταίρι του, και το όνειρό μου, μου’πεσε απ’την τσέπη και χάθηκε πάλι στα λασπόνερα. Γιατί? Γιατί? Όλα χάθηκαν τόσο γρήγορα, γιατί? Γιατί ένα ‘ενα μου φεύγουν όλα, και τα μάτια μου, και το χαμόγελο και το φεγγάρι μου και ο ήλιος μου, και τέλος το πολύτιμο ονειράκι μου που με τόση φροντίδα περιέθαλψα και έκρυψα στο τσεπάκι μου, αριστερά στο μέρος της καρδιάς...γιατί?Ο χείμώνας ήρθε μια μέρα............
Ένα καινούργιο χαμόγελο αγόρασα από μαγαζί ακριβό, μοναδικό, έδωσα ό,τι είχα και δεν έιχα, αλλά απέκτησα αυτό που μου ταίριαξε, ένα γλυκύτατο χαμόγελο που όμοιό του δεν υπήρχε πανω στη γη, ούτε και πέρα απ’αυτη. Το φορούσα πάντα πάνω μου, δεν το’βγαλα ποτέ.... τα μάτια και το χαμόγελο αγαπηθήκανε, ερωτευτήκανε και αποφάσισαν να γίνουν ζευγάρι, θα έμεναν πάντα μαζί μου με την προϋπόθεση να μην τα χώριζα ποτέ το ένα απ’το άλλο...συμφώνησα άλλωστε δεν ήμουν χαζή να αποχωριστώ και να χωρίσω δύο τόσο πολύτιμα και όμορφα πράγματα που με κάναν τόσο ξεχωριστή τόσο απέριττα μοιραία......τ’αγάπησα και μαζί τους άλλαξα.........Ο κόσμος ξαφνιάστηκε, δεν άντεχε, όσο περισσότερο ευτυχισμένη ήμουν εγώ, τόσο περισσότερο όλοι οι άλλοι με μισούσαν γι’αυτό που έγινα.....δεν μ’ενοιαξε.......Η άνοιξη έφτασε μια μέρα....
Ένα παλαιό μου όνειρο βρήκα μια μέρα στα σκουπίδια, λυπήθηκα, το’πιασα στα χέρια μου, το σκούπισα.....άρωμα ακριβό αγόρασα και το’ρανα από πάνω ως κάτω, μοσχομύρισε..... τα μάτια και το χαμόγελο μου απόρησαν. «Είσαι σίγουρη?» μου είπαν.. «Για μας κάνεις το σωστό αυτό θα μας κάνει πιο ευτυχισμένα, αλλά εσύ? Σκέφτηκες τί μπορείς να χάσεις αν κρατήσεις αυτό το όνειρο?» Χαμογελώντας μάλωσα και τα δυο....τους είπα πως δεν πρέπει να ανησυχούν, αυτό το χαμόγελο και αυτά τα υπέροχα μάτια δεν ήθελα να τα χάσω με τίποτα και αυτό το παλαιό μου όνειρο ήταν αυτό που μου’χαν κλέψει, το’χα χάσει εδώ και χρόνια, αιώνες....και τώρα το ξαναβρήκα και δεν θα το αφήσω με τίποτα να μου το πάρει κανείς..όσο κι αν κοστίσει, ό,τι κι αν κοστίσει.
Βγήκα στους δρόμους....περπάτησα πολύ, όπως πάντα...το καλοκαίρι ήρθε μια μέρα και εγώ περπατούσα ακόμη, ο ήλιος κάθε πρωί με χαιρετάει, μου φωνάζει πόσο ερωτευμένος είναι μαζί μου, το φεγγάρι καντάδα κάνει κάθε βράδυ και κατεβαίνει χαμηλά ως τη γη, για μένα μόνο για μένα και γόνδολα οδηγεί για το χατήρι μου και ταξιδεύει παντού για να μου βρει κι άλλα τραγούδια, μονάκριβα, μόνο για μένα. Το χαμόγελο μου πιο γλυκό, πιο φωτεινό από ποτέ δίνει αμέτρητα φιλιά στον ήλιο, τα μάτια μου δυο τεράστια άστρα, δυο πούλιες, δυο αυγερινοί φλερτάρουν το φεγγάρι και του υπόσχονται Χίλιες και Μια Νύχτες, Παραμυθένιες, Μοναδικές...και όλα μαζί ένας έρωτας,ένα συνοθύλευμα χαράς, γέλιου, έρωτα......και εγώ πια Πριγκήπισσα, Πριγκήπισσα χωρίς θρόνο, χωρις παλάτι, χωρίς σκοπό, να κρατάω όλα αυτά με νύχια και με δόντια.........μόνη, τόσο μόνη όμως, γιατί κανείς δεν μου μιλάει πια, όλοι καίγονται απ’τον ήλιο μου, όλοι τυφλωνονται απ’το φεγάρι μου, όλοι μεθούν απ’τα μάτια μου, όλοι ζαλίζονται απ’το χαμόγελό μου....και με μισούν, κανένας δεν κοιτάει το ονείρο μου που τόσο όμορφο έχει γίνει, που τόσο ευτυχισμένη με κάνει..κι όλοι με μισούν αλλά εγώ εκεί, επιμένω.
Το φθινόπωρο ήρθε μια μέρα....η βροχούλα δρόσισε το χαμογελό μου, οι ψιχάλες έκαναν τα μάτια μου να τρέχουν σαν δάκρυα.............αποκλείεται να είναι δάκρυα, η βροχούλα είναι μόνο, ο ήλιος μου σταμάτησε να βγαίνει τόσο συχνά......απέκτησε κι αυτός εχθρούς, τον ζήλεψαν τα σύννεφα και τον έκρυψαν στην αγκαλιά τους, το φεγγάρι μου χλώμιασε απ’το κακό που βρήκε το ταίρι του, και το όνειρό μου, μου’πεσε απ’την τσέπη και χάθηκε πάλι στα λασπόνερα. Γιατί? Γιατί? Όλα χάθηκαν τόσο γρήγορα, γιατί? Γιατί ένα ‘ενα μου φεύγουν όλα, και τα μάτια μου, και το χαμόγελο και το φεγγάρι μου και ο ήλιος μου, και τέλος το πολύτιμο ονειράκι μου που με τόση φροντίδα περιέθαλψα και έκρυψα στο τσεπάκι μου, αριστερά στο μέρος της καρδιάς...γιατί?Ο χείμώνας ήρθε μια μέρα............
Είναι χαμένη η μέρα που δεν γέλασες
Δημοσίευση σχολίου
Μας βλεφάρατε; Πείτε μας την άποψή σας...